Στο πλάτωμα ενός υψώματος που δεσπόζει στην περιοχή ανάμεσα στον όρμο της Σούδας (προς βορράν) και την επιβλητική οροσειρά των Λευκών Ορέων (προς νότον) βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος της Απτέρας, σημαντικής πόλης-κράτους της Κρήτης, με καθοριστικό ρόλο στα ιστορικά δρώμενα του νησιού. Η στρατηγική θέση της πόλης εξασφάλιζε τον έλεγχο του εμπορίου και της θαλάσσιας δραστηριότητας σε ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της Ανατολικής Μεσογείου.
Σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα, η ίδρυση της Απτέρας ανάγεται στη Γεωμετρική Περίοδο (πάντως, η ονομασία της απαντά ήδη σε πινακίδες της Γραμμικής Β γραφής) και η μεγαλύτερη ακμή της στους Πρώιμους Ελληνιστικούς Χρόνους (τέλη 4ου-3ος αιώνας π.Χ.), όταν η πόλη απέκτησε μεγάλη οικονομική και πολιτική ισχύ και άρχισε να κόβει δικό της νόμισμα. Κατά τη Ρωμαϊκή Περίοδο η πόλη απέκτησε αγροτικό χαρακτήρα, ενώ η κατοίκησή της συνεχίστηκε και κατά τους Βυζαντινούς Χρόνους (έως τον 7ο αιώνα, όταν καταστράφηκε από ισχυρό σεισμό και τις επιδρομές των Σαρακηνών).
Τα σημαντικότερα αρχιτεκτονικά λείψανα στον αρχαιολογικό χώρο της Απτέρας είναι τα τείχη του 4ου αιώνα π.Χ., οι θολωτές δεξαμενές των Pωμαϊκών Xρόνων, το «διμερές ιερό» του 5ου αιώνα π.Χ., τα ερείπια θεάτρου, κοντά στο νότιο τείχος της πόλης, μια ρωμαϊκή οικία με περίστυλη αυλή και η μονή του Aγίου Iωάννη του Θεολόγου (12ος αιώνας).
Η σημερινή μορφή του θεάτρου της Απτέρας ανήκει στη ρωμαϊκή οικοδομική φάση, αλλά διακρίνονται ίχνη της προηγούμενης, ελληνιστικής φάσης του. Το ελληνιστικό θέατρο υπέστη ριζική μετασκευή κατά τους Ρωμαϊκούς Χρόνους.
Στο βορειοανατολικό άκρο του αρχαιολογικού χώρου της Απτέρας δεσπόζει εντυπωσιακό φρούριο (Παλαιόκαστρο ή Κούλες), που χτίστηκε από τους Τούρκους για να ενισχυθεί το γειτονικό φρούριο Ιτζεδίν (στο χωριό Καλάμι). Έχει σχεδόν τετράγωνο σχήμα και είναι ενισχυμένο με δύο ογκώδεις πύργους στη νότια και νοτιοδυτική πλευρά, ένα μεγάλο προμαχώνα στη βορειοανατολική πλευρά και δύο ημικυκλικούς πύργους στις άλλες πλευρές.
Η θέα που προσφέρει το Παλαιόκαστρο στον όρμο της Σούδας, το Ακρωτήρι και το φρούριο Ιτζεδίν είναι μοναδική.
Βαγγέλης Στεργιόπουλος
Πηγή
Σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα, η ίδρυση της Απτέρας ανάγεται στη Γεωμετρική Περίοδο (πάντως, η ονομασία της απαντά ήδη σε πινακίδες της Γραμμικής Β γραφής) και η μεγαλύτερη ακμή της στους Πρώιμους Ελληνιστικούς Χρόνους (τέλη 4ου-3ος αιώνας π.Χ.), όταν η πόλη απέκτησε μεγάλη οικονομική και πολιτική ισχύ και άρχισε να κόβει δικό της νόμισμα. Κατά τη Ρωμαϊκή Περίοδο η πόλη απέκτησε αγροτικό χαρακτήρα, ενώ η κατοίκησή της συνεχίστηκε και κατά τους Βυζαντινούς Χρόνους (έως τον 7ο αιώνα, όταν καταστράφηκε από ισχυρό σεισμό και τις επιδρομές των Σαρακηνών).
Τα σημαντικότερα αρχιτεκτονικά λείψανα στον αρχαιολογικό χώρο της Απτέρας είναι τα τείχη του 4ου αιώνα π.Χ., οι θολωτές δεξαμενές των Pωμαϊκών Xρόνων, το «διμερές ιερό» του 5ου αιώνα π.Χ., τα ερείπια θεάτρου, κοντά στο νότιο τείχος της πόλης, μια ρωμαϊκή οικία με περίστυλη αυλή και η μονή του Aγίου Iωάννη του Θεολόγου (12ος αιώνας).
Η σημερινή μορφή του θεάτρου της Απτέρας ανήκει στη ρωμαϊκή οικοδομική φάση, αλλά διακρίνονται ίχνη της προηγούμενης, ελληνιστικής φάσης του. Το ελληνιστικό θέατρο υπέστη ριζική μετασκευή κατά τους Ρωμαϊκούς Χρόνους.
Στο βορειοανατολικό άκρο του αρχαιολογικού χώρου της Απτέρας δεσπόζει εντυπωσιακό φρούριο (Παλαιόκαστρο ή Κούλες), που χτίστηκε από τους Τούρκους για να ενισχυθεί το γειτονικό φρούριο Ιτζεδίν (στο χωριό Καλάμι). Έχει σχεδόν τετράγωνο σχήμα και είναι ενισχυμένο με δύο ογκώδεις πύργους στη νότια και νοτιοδυτική πλευρά, ένα μεγάλο προμαχώνα στη βορειοανατολική πλευρά και δύο ημικυκλικούς πύργους στις άλλες πλευρές.
Η θέα που προσφέρει το Παλαιόκαστρο στον όρμο της Σούδας, το Ακρωτήρι και το φρούριο Ιτζεδίν είναι μοναδική.
Βαγγέλης Στεργιόπουλος
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου