- Άμεσες ενέργειες θωράκισης του ελληνικού τουρισμού το ζητούμενο
Συνάντηση μεταξύ του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, κ. Ιωάννη Δραγασάκη και του Προεδρείου του ΣΕΤΕ, με στόχο την ανταλλαγή απόψεων και την καταγραφή άμεσων ενεργειών σχετικά με τον συντονισμό των σημαντικότερων θεμάτων που απασχολούν τον τουριστικό τομέα, πραγματοποιήθηκε χθες.
Μεταξύ άλλων, συζητήθηκαν οι ενέργειες που προτίθεται να αναλάβει η Κυβέρνηση προκειμένου να αυξηθεί η εισπραξιμότητα του ΦΠΑ και να παταχθεί η φοροδιαφυγή, με στόχο την επαναφορά των συντελεστών ΦΠΑ του τουρισμού σε ανταγωνιστικά επίπεδα.
Παράλληλα, στη συνάντηση τέθηκε το ζήτημα της ενίσχυσης των τουριστικών επενδύσεων μέσω νέου επενδυτικού νόμου, της διαμόρφωσης σταθερού φορολογικού πλαισίου, της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων σε λογικό κόστος, αλλά και της επίλυσης του προβλήματος των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων.
Ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, τόνισε ότι μετά την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, η κατάσταση αναμένεται σταδιακά να βελτιωθεί.
Τέλος, συζητήθηκε η ανάγκη να υπάρξει το ταχύτερο δυνατό νέο χωροταξικό σχέδιο για τον τουρισμό, μετά και την πρόσφατη απόρριψη του υφιστάμενου από το ΣτΕ για τυπικούς λόγους.
Στη συνάντηση επιβεβαιώθηκε ότι η θωράκιση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουρισμού συνεχίζει να αποτελεί προτεραιότητα της Κυβέρνησης.
Παρά τα εμπόδια που έχουν προκύψει από τη γενική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η οικονομία, ο τουρισμός, ως βασικός πυλώνας της, πρέπει να είναι σε θέση να συνεχίσει να συμβάλλει θετικά σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, στο ΑΕΠ αλλά και την απασχόληση.
Το προεδρείο του ΣΕΤΕ παρέδωσε στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης υπόμνημα με τις θέσεις του Συνδέσμου, το οποίο έχει ως εξής:
"Α. Υπερφορολόγηση Η επόμενη μέρα της συμφωνίας με τους εταίρους και πιστωτές, βρήκε τον κλάδο υπερφορολογημένο και ως εκ τούτου να έχει απωλέσει συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με τις ανταγωνίστριες χώρες. Αύξηση του ΦΠΑ διαμονής, ΦΠΑ εστίασης, ΦΠΑ μεταφορών (αεροπορικών μεταφορών και ακτοπλοΐας), κατάργηση των μειωμένων κατά 30% συντελεστών στα νησιά του Αιγαίου, αύξηση των εισιτηρίων των αρχαιολογικών χώρων και μουσείων και αύξηση των καταναλωτικών αγαθών επιβαρύνουν το τουριστικό προϊόν και το καθιστούν λιγότερο ελκυστικό. Επιπλέον, οι επιχειρηματίες του τουρισμού επιβαρύνονται από αναδρομική αύξηση του ΕΝΦΙΑ (για τις ατομικές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις), συνεχείς αυξήσεις φόρων και εισφορών. Η συνεχής αύξηση φόρων είναι μια πολιτική που αποδεδειγμένα ενθαρρύνει τη φοροαποφυγή και φοροδιαφυγή και οδηγεί έως και σε χαμηλότερα δημόσια έσοδα. Κάτι που καθίσταται ακόμη πιο ανησυχητικό δεδομένου πως το ελληνικό δημόσιο αποτυγχάνει στην κομβικής σημασίας εξασφάλιση της εισπραξιμότητας των φόρων. Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες, εξαντλώντας κάθε διαθέσιμο σύγχρονο μέσο στην πάταξη φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, προκειμένου το 2017 να επανέλθουν οι συντελεστές ΦΠΑ σε ανταγωνιστικά επίπεδα. Σε διαφορετική περίπτωση, ο ελληνικός τουρισμός θα υποστεί ανήκεστο βλάβη, αδυνατώντας να αντιμετωπίσει τον διεθνή ανταγωνισμό, με τις συνεπακόλουθες επιπτώσεις σε δημόσια έσοδα και απασχόληση.
Β. Ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών – «κόκκινα δάνεια» Παρά τα ρεκόρ στα βασικά μεγέθη του τουρισμού, είναι πολλές οι ελληνικές επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν πρόβλημα εξυπηρέτησης των δανειακών τους υποχρεώσεων, ενώ πολλές από αυτές αντιπροσωπεύουν σημαντικές μονάδες στον κλάδο, απασχολούν μεγάλο αριθμό εργαζομένων και συμβάλλουν στη δημιουργία ΑΕΠ. Οι επιχειρήσεις αυτές με την ολοκλήρωση της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών κινδυνεύουν να βρεθούν σε φάση εκκαθάρισης από τους αγοραστές των προβληματικών τους δανείων, κυρίως εάν τα δάνεια αυτά πωληθούν σε hedge funds. Αντί αυτού, θα πρέπει να επιτραπεί στις τράπεζες να αναδιαρθρώσουν τα δάνεια των καθ’ όλα βιώσιμων επιχειρήσεων, με πιθανή είσοδο νέων κεφαλαίων ή στρατηγικών επενδυτών, ώστε αυτές να εξυγιανθούν και να συνεχίσουν τη λειτουργία τους.
Γ. Γενική οικονομική κατάσταση της χώρας – επενδύσεις Η πρόβλεψη του προσχεδίου του προϋπολογισμού για ύφεση το 2015 και το 2016 αποτελεί λόγο σοβαρής εγρήγορσης όλων όσοι έχουν άμεση σχέση με την πραγματική οικονομία. Η προσέλκυση επενδύσεων είναι το μόνο πραγματικό ισοδύναμο, το οποίο μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με συγκροτημένη πολιτική επενδύσεων, ώστε να δοθεί δυναμική αύξηση στο ΑΕΠ.
Μια τέτοια πολιτική θα πρέπει να αντιμετωπίζει τα παρακάτω ζητήματα:
- Το σταθερό φορολογικό πλαίσιο από τη στιγμή της αδειοδότησης της επένδυσης και για 10 χρόνια είναι ξεκάθαρη προϋπόθεση για να πραγματοποιηθούν επενδύσεις στον τουρισμό. Οκτώ αλλαγές ΦΠΑ τουριστικού πακέτου από το 2008 και συνεχείς αλλαγές στη φορολογία επενδύσεων, καθιστούν αδύνατη την κατάρτιση ενός στοιχειώδους business plan.
- Κατάρτιση και υλοποίηση οδικού χάρτη που θα εντοπίζει τα βασικότερα νομικά και πραγματικά ζητήματα που λειτουργούν ανασχετικά στην προσέλκυση επενδύσεων. Απαιτείται, μεταξύ άλλων, μείωση της γραφειοκρατίας και των σημείων επαφής κράτους – επενδυτή, ύπαρξη σύγχρονου χωροταξικού πλαισίου για τον τουρισμό κ.α.
- Αναβάθμιση των ανεπαρκών ή υποβαθμιζόμενων δημόσιων υποδομών και ολοκλήρωση των ιδιωτικοποιήσεων που απαιτούνται για τη βελτίωση του τουριστικού προϊόντος. Ειδική μνεία απαιτείται για την επείγουσα ανάγκη αναβάθμισης της εικόνας και της λειτουργικότητας των αεροδρομίων, όσων είναι υπό ιδιωτικοποίηση, αλλά και όσων παραμένουν δημόσια, ταυτόχρονα όμως μείωση του κόστους για την περίπτωση του αεροδρομίου της Αθήνας με επιμήκυνση του χρόνου μίσθωσης
- Θέσπιση κατάλληλων κινήτρων που θα αντισταθμίζουν το ακριβό κόστος χρήματος, όπως πχ η αύξηση του συντελεστού κάλυψης των τουριστικών καταλυμάτων κατά 20%, όπως υιοθέτησε πρόσφατα η Κύπρος.
Ο ΣΕΤΕ βρίσκεται σε συνεργασία με αρμόδια Υπουργεία και οργανισμούς προκειμένου να συμβάλλει στην επίλυση των προκλήσεων που αντιμετωπίζει ο ελληνικός τουρισμός και να συνεχίσει τη θετική συνεισφορά του σε ΑΕΠ και απασχόληση τόσο σε εθνικό όσο και τοπικό επίπεδο".
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου